Η θεραπευτική προσέγγιση των γυναικών με Σκλήρυνση κατά Πλάκας (ΣκΠ) που επιθυμούν να προχωρήσουν στην απόκτηση παιδιών δεν μοιάζει πλέον “μονόδρομος”. Η ολοένα και βαθύτερη κατανόηση της ασθένειας, αλλά και η καλύτερη γνώση σε ό,τι αφορά την ασφάλεια των διαθέσιμων ανοσοτροποποιητικών φαρμάκων έχει διευρύνει σημαντικά τις επιλογές των γιατρών, επιτρέποντάς τους να διαχειρίζονται με μεγαλύτερη ευελιξία μία -προγραμματισμένη ή μη- κύηση.
Γράφει ο Δαρδιώτης Ευθύμιος, Επίκουρος Καθηγητής Νευρολογίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Η συμβουλευτική των γυναικών με Σκλήρυνση κατά Πλάκας έχει αλλάξει σταδιακά μέσα στο χρόνο: Η πρώτη μεγάλη αλλαγή έγινε με την δημοσιοποίηση μιας μεγάλης μελέτης σχετικά με την Εγκυμοσύνη στην Σκλήρυνση κατά Πλάκας (“ThePregnancyinMultipleSlerosisis”-PRIMS), βάσει της οποίας έγινε αντιληπτό ότι η εγκυμοσύνη δεν επηρεάζει αρνητικά την εξέλιξη της νόσου.
Μια πολύ πρόσφατη αλλαγή σχετίζεται με την άρση της αντένδειξης για την εγκυμοσύνη της Οξικής Γλατιραμέρης, μιας καταξιωμένης θεραπείας πρώτης γραμμής.
Σκλήρυνση κατά Πλάκας και εγκυμοσύνη
Τι γνωρίζουμε, λοιπόν, σήμερα για τη σχέση Σκλήρυνσης κατά Πλάκας και κύησης; Κύριο βασικό συμπέρασμα, όπως αυτό προκύπτει μέσα από πολυετείς έρευνες, είναι ότι η εγκυμοσύνη δεν ενέχει σημαντικό κίνδυνο για την υποτροπή της νόσου, και άρα δεν κρίνεται σκόπιμο το να αποτραπεί μία γυναίκα από το να αποκτήσει παιδιά.
Η θέση αυτή, προκύπτει μέσα από την εξέταση μεγάλου όγκου δεδομένων, σύμφωνα με τα οποία:
· Η ΣκΠ δεν φαίνεται να επιδρά στη γονιμότητα,
· Η εγκυμοσύνη τροποποιεί τη δραστηριότητα της νόσουως εξής: κατά το 3ο τρίμηνο κύησης η δραστηριότητά της νόσου μειώνεται έως 70%, αλλά στη λοχεία αυξάνεται προσωρινά. Η συχνότητα των υποτροπών επανέρχεται στα προ εγκυμοσύνης επίπεδα περίπου εντός ενός έτους.
Παράλληλα, κανένας κίνδυνος δεν έχει καταγραφεί για τα έμβρυα και τα βρέφη, καθώς αφενός δεν υπάρχουν στοιχεία που να συνδέουν την ΣκΠ με επιπλοκές στον τοκετό (ακόμη και με καισαρική) και αφετέρου δεν αναφέρεται καμία διαφορά σε ό,τι αφορά το βάρος γέννησης, στο Apgarscore.
Θεραπεία και Εγκυμοσύνη
Η γνώση μας γύρω από τις πιθανές ανεπιθύμητες επιδράσεις των ανοσοτροποποιητικών θεραπειών στο έμβρυο μέχρι σήμερα, οδηγούν στις περισσότερες περιπτώσεις τους γιατρούς σε συμβουλευτική για διακοπή της θεραπείας πριν ξεκινήσει η διαδικασία σύλληψης ή τουλάχιστον αμέσως μετά τη σύλληψη, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις λήψης αγωγής κατά την κύηση, μπορεί να απαιτηθεί ακόμη και άμεση διακοπή κύησης.
Σήμερα είναι όμως επίσης γνωστό, ότι οι ασθενείς που μένουν για περισσότερες από 90 ημέρες χωρίς θεραπεία, αντιμετωπίζουν διπλάσιο κίνδυνο να εμφανίσουν κάποια σοβαρή υποτροπή, συγκριτικά με όσες δεν έχουν λάβει θεραπεία για 10 μέρες.
Πρόσφατα, την “στρατηγική” των γιατρών ήρθε να μεταβάλλει η Οξική Γλατιραμέρη (20 & 40mg), η οποία και αποτελεί τη μόνη ανοσοτροποποιητική θεραπεία, πρώτης γραμμής, που δεν έχει αντένδειξη χρήσης καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, εφόσον φυσικά η εκτίμηση κόστους- οφέλους είναι υπέρ της συνέχισης της αγωγής.
Αυτό που διαφοροποιεί την Οξική Γλατιραμέρη από τις υπόλοιπες διαθέσιμες ανοσοτροποποιητικές θεραπείες και την κάνει κατάλληλη - πάντα έχοντας κρίνει κατά περίπτωση ο γιατρός- είναι η έλλειψη αρνητικών συνεπειών στο έμβρυο κατά τη διάρκεια της κύησης αλλάκαι του βρέφους κατά τον θηλασμό.
Ειδικότερα, στην κύηση, οι άλλες ανοσοτροποιητικές θεραπείες πρώτης γραμμής έχουν διαφορετικά δεδομένα. Η Ιντερφερόνη-β έχει σχετιστεί με χαμηλό μέσο βάρος γέννησης, βραχύτερο μέσο μήκος γέννησης και πρόωρο τοκετό, η Τεριφλουνομίδη έχει δείξει εμβρυοτοξικότητα σε μελέτες σε ζώα, ενώ για τον Φουμαρικό Διμεθυλεστέρα υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα στον άνθρωπο. Αντίστοιχα, στην περίοδο θηλασμού μόνο για την Οξική Γλατιραμέρη και τον Φουμαρικό Διμεθυλεστέρα δεν υπάρχουν αναφορές απέκκρισης στο ανθρώπινο σώμα, ενώ για την Ιντερφερόνη-β έχει παρατηρηθεί περιορισμένη απέκκριση στο γάλα και για την Τεριφλουνομίδη έχουν καταγραφεί απεκκρίσεις στο γάλα αρουραίων.
Το προφίλ ασφάλειας της ουσίας, πρέπει τέλος να σημειωθεί, είναι πολύ υψηλό και πιστοποιείται μέσα από τα ευρήματα μακροχρόνιων μελετών, όπως είναι η παρακολούθηση 5.000 κυήσεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ για περισσότερα από 20 χρόνια. Σύμφωνα άλλωστε με μεγάλο όγκο κλινικών δεδομένων, η Οξική Γλατιραμέρη δεν συνδέεται με χαμηλή μέση τιμή βάρους γέννησης, τοξικότητα προς το έμβρυο, αυτόματες αποβολές ή πρόωρο τοκετό, ενώ δεν φαίνεται να συνδέεται και με κίνδυνο εμφάνισης δυσμορφιών ή συγγενών ανωμαλιών.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι πλέον οι γυναίκες με ΣκΠ έχουν τη δυνατότητα για μια ασφαλή εγκυμοσύνη και έκβαση της κύησης, αρκεί να συνεργαστούν στενά με τον γιατρό τους για να διασφαλίσουν όλα τα παραπάνω, παράλληλα με την ομαλή διαχείριση της νόσου τους.