Μπορεί με τις μνημονιακές παρεμβάσεις να οδηγηθήκαμε από την ασυδοσία και την τεράστια δημόσια φαρμακευτική δαπάνη των 5,5 δις, που δεν αντιστοιχούσε στις υγειονομικές ανάγκες της χώρας, να έχουμε φτάσει στην ισοπέδωση και στην «υγειονομική φτώχεια», ωστόσο, ακόμη και σήμερα, αυτήν την περίοδο της οικονομικής στενότητας και των τρομερών περικοπών εξακολουθούν να υπάρχουν μηχανισμοί προκλητής ζήτησης και σπατάλης, σημείωσε ο υπουργός Υγείας κ. Ανδρέας Ξανθός στο 18 Παγκρήτιο Ιατρικό Συνέδριο.
“Η υπέρβαση της δαπάνης δεν σημαίνει πάντα αυξημένες ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν. Θα αναφέρω το πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα των διαγνωστικών εξετάσεων. Πέρυσι, μας επιβλήθηκε – ήταν προαπαιτούμενο για το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης- μία δραματική, όντως, υποκοστολόγηση των εξετάσεων. Μεσοσταθμικά, στο 40%. Τι συνέβη, λοιπόν; Από τη στιγμή που υποκοστολογήθηκε και μειώθηκε η δαπάνη για τις μικροβιολογικές εξετάσεις, εκτινάχθηκε η δαπάνη για τις απεικονιστικές. Και άρα χρειάζεται ενίσχυση των «φίλτρων» μέσω διαγνωστικών πρωτοκόλλων. Άλλο παράδειγμα: Μέσα στην κρίση, το κόστος της δαπάνης του ΕΟΠΥΥ για τα επιθέματα από 20 εκατομμύρια που ήταν το 2012, εκτοξεύθηκε στα 68 εκατομμύρια το 2015. Το συνένζυμο Q, ένα ειδικό υποτίθεται συμπλήρωμα διατροφής που δεν υπάρχει καμία επιστημονική τεκμηρίωση για τη χρησιμότητά του, το 2012 είχε δαπάνη 8.000 ευρώ και το 2015 έφτασε στα 9.650.000. Αυτά γίνονται εν μέσω κρίσης. Χρειάζεται, λοιπόν, να υπάρξει μια σοβαρή παρέμβαση, εννοείται με επιστημονικά κριτήρια και όχι με λογιστικά, και ο ΕΟΠΥΥ, η ΗΔΙΚΑ και οι υπόλοιπες υπηρεσίες να ενσωματώσουν μηχανισμούς αποτελεσματικού ελέγχου αυτής της προκλητής ζήτησης.Όσο αυτό δεν γίνεται, τόσο θα διαιωνίζεται ο άδικος και ισοπεδωτικός μηχανισμός του claw back που πιέζει πολύ το μικρό εργαστήριο και τον έντιμο επαγγελματία υγείας”, τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός.
Σχετικά με τη φαρμακευτική δαπάνη, ο υπουργός τόνισε: “Πρέπει να δημιουργήσουμε έναν πιο αποτελεσματικό μηχανισμό ελέγχου της ζήτησης και κατ’ επέκταση του όγκου. Αυτή είναι η απάντηση στην ανάγκη συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης, το ύψος της οποίας δυστυχώς, δεν είναι υπό διαπραγμάτευση σε αυτή τη φάση. Πρέπει να τηρήσουμε ένα πολύ συγκεκριμένο πλαφόν μέχρι το 2018, ελπίζοντας ότι με την απεμπλοκή από αυτό το πολύ ασφυκτικό οικονομικό πλαίσιο του δημοσιονομικού προγράμματος που έχει θέσει τη χώρα μας σε καθεστώς επιτροπείας, θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε περισσότερο «δημοσιονομικό χώρο» για αναβαθμισμένη κάλυψη των ιατροφαρμακευτικών και υγειονομικών μας αναγκών.